19. Θὰ μοῦ πῇς ὅμως, «Γιατί κατηγορεῖ ἀκόμη; Διότι ποιός μπορεῖ ν᾽ ἀντισταθῇ εἰς τὴν θέλησίν του;».
20. Ἀλλὰ ποιός εἶσαι σύ, ὦ ἄνθρωπε, ποὺ ἀντιλέγεις εἰς τὸν Θεόν; Μήπως θὰ πῇ τὸ πλάσμα εἰς τὸν πλάστην, «Γιατί μὲ ἔπλασες ἔτσι;».
21. Ἢ μήπως δὲν μπορεῖ ὁ κεραμοποιὸς νὰ κάνῃ ὅ,τι θέλει μὲ τὸν πηλὸν καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια μᾶζα νὰ κάνῃ ἕνα ἀγγεῖον διὰ σπουδαῖαν χρῆσιν καὶ ἄλλο δι᾽ εὐτελῆ;
22. Τί θὰ πῇς ἐὰν ὁ Θεός, θέλων νὰ δείξῃ τὴν ὀργήν του καὶ νὰ κάνῃ γνωστὴν τὴν δύναμίν του, ἠνέχθη μὲ πολλὴν μακροθυμίαν σκεύη ὀργῆς παρασκευασμένα διὰ καταστροφήν,