10. Σὺ γιατί κρίνεις τὸν ἀδελφόν σου; Καὶ σὺ γιατί περιφρονεῖς τὸν ἀδελφόν σου; Ὅλοι θὰ παρουσιασθοῦμε ἐμπρὸς εἰς τὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ.
11. Διότι εἶναι γραμμένον: Εἰς τὴν ζωήν μου, λέγει ὁ Κύριος, κάθε γόνατο θὰ κάμψῃ ἐμπρός μου καὶ κάθε γλῶσσα θὰ δοξολογήσῃ τὸν Θεόν.
12. Ἄρα λοιπὸν ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς θὰ δώσῃ λόγον διὰ τὸν ἑαυτόν του εἰς τὸν Θεόν.
13. Ἂς μὴ κρίνωμεν λοιπὸν πλέον ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀλλὰ τοῦτο μᾶλλον ἀποφασίσετε: τὸ νὰ μὴ βάζετε εἰς τὸν ἀδελφὸν πρόσκομμα ἢ κάτι ποὺ θὰ κλονίσῃ τὴν πίστιν του.
14. Ξέρω καὶ ἔχω πεποίθησιν ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ ὅτι κανένα πρᾶγμα δὲν εἶναι αὐτὸ καθ᾽ ἑαυτὸ ἀκάθαρτον· ἀκάθαρτον εἶναι ἕνα πρᾶγμα μόνον δι᾽ ἐκεῖνον ποὺ τὸ θεωρεῖ ἀκάθαρτον.
15. Ἐὰν ὁ ἀδελφός σου λυπᾶται γιὰ κάτι ποὺ τρῶς, δὲν φέρεσαι πλέον μὲ ἀγάπην. Μὴ καταστρέφῃς μὲ τὴν τροφήν σου ἐκεῖνον, διὰ τὸν ὁποῖον ἐπέθανε ὁ Χριστός.
16. Ἂς μὴ γίνεται λοιπὸν ἀντικείμενον δυσφημήσεως ἐκεῖνο ποὺ γιὰ σᾶς εἶναι σωστό.
17. Διότι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι φαγητὰ καὶ ποτά, ἀλλὰ δικαιοσύνη, εἰρήνη καὶ χαρὰ ποὺ χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον.
18. Ἐκεῖνος ποὺ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον ὑπηρετεῖ τὸν Χριστὸν εἶναι εὐάρεστος εἰς τὸν Θεὸν καὶ ἐπιδοκιμάζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
19. Ἂς ἐπιδιώκωμεν λοιπὸν ὅ,τι συντελεῖ εἰς τὴν εἰρήνην καὶ εἰς τὴν οἰκοδομὴν μεταξύ μας.
20. Μὴ καταστρέφῃς τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τροφῆς. Ὅλα εἶναι καθαρά, ἀλλὰ εἶναι κακὸν γιὰ ἕνα ἄνθρωπον νὰ γίνεται μὲ τὴν τροφήν του αἰτία νὰ πέσῃ ὁ ἄλλος.