14. Διότι δὲν ἐπεκτεινόμεθα πέραν ἀπὸ τὴν σφαῖράν μας, σὰν νὰ μὴν εἴχαμε φθάσει σ᾽ ἐσᾶς, ἀλλ᾽ ἐφθάσαμε πραγματικὰ ἕως καὶ σ᾽ ἐσᾶς μὲ τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ,
15. καὶ δὲν καυχώμεθα πέραν ἀπὸ τὰ ὅριά μας εἰς ξένους κόπους, ἀλλ᾽ ἔχομεν τὴν ἐλπίδα, καθὼς αὐξάνεται ἡ πίστις σας, νὰ αὐξηθῇ ἐντὸς τῆς σφαίρας μας τὸ ἔργον μας μεταξύ σας ἀκόμη περισσότερον,
16. ὥστε νὰ κηρύξωμεν τὸ εὐαγγέλιον σὲ μέρη πέραν ἀπὸ σᾶς, καὶ ὄχι νὰ καυχώμεθα σὲ ἔργον ποὺ ἔγινε ἤδη εἰς σφαῖραν ἄλλου.
17. Ἐκεῖνος ποὺ καυχᾶται, ἂς καυχᾶται διὰ τὸν Κύριον.
18. Διότι δὲν εἶναι γνήσιος ἐκεῖνος ποὺ συνιστᾶ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλὰ ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος συνιστᾶ.