Προσ Κορινθιουσ Β΄ 1:9-22 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

9. Καὶ μάλιστα μᾶς φαινότανε ὅτι εἴχαμε λάβει τὴν καταδίκην τοῦ θανάτου, διὰ νὰ ἔχωμεν πεποίθησιν ὄχι εἰς τοὺς ἑαυτούς μας, ἀλλ᾽ εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἀνασταίνει τοὺς νεκρούς.

10. Ἀπὸ ἕνα τόσον μεγάλον θανάσιμον κίνδυνον ὁ Θεὸς μᾶς ἔσωσε καὶ μᾶς σώζει· εἰς αὐτὸν ἔχομεν τὴν ἐλπίδα ὅτι καὶ πάλιν θὰ μᾶς σώσῃ,

11. ἐὰν καὶ σεῖς μᾶς βοηθήσετε μὲ προσευχήν, ὥστε νὰ ἀποδοθῇ εὐχαριστία ἀπὸ πολλοὺς διὰ λογαριασμόν μας διὰ τὴν χάριν ποὺ ἔδειξε ὁ Θεὸς σ᾽ ἐμᾶς.

12. Τὸ καύχημά μας εἶναι τοῦτο: ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεώς μας ὅτι μὲ θείαν εὐθύτητα καὶ εἰλικρίνειαν, ὄχι μὲ κοσμικὴν σοφίαν, ἀλλὰ μὲ χάριν Θεοῦ ἐφερθήκαμε εἰς τὸν κόσμον καὶ περισσότερον σ᾽ ἐσᾶς.

13. Δὲν σᾶς γράφομεν τίποτε διαφορετικὸν ἀπὸ ὅ,τι διαβάζετε καὶ καταλαβαίνετε, ἐλπίζω δὲ νὰ καταλάβετε καλά,

14. ὅπως καὶ μᾶς καταλάβατε ἐν μέρει, ὅτι δηλαδὴ εἴμεθα καύχημά σας, καθὼς καὶ σεῖς εἶσθε δικό μας καύχημα, κατὰ τὴν Ἡμέραν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.

15. Μὲ τὴν πεποίθησιν αὐτὴν ἤθελα νὰ ἔλθω πρῶτα σ᾽ ἐσᾶς, διὰ νὰ ἔχετε καὶ δευτέραν εὐχαρίστησιν,

16. καὶ ἀπὸ σᾶς νὰ περάσω εἰς τὴν Μακεδονίαν καὶ πάλιν ἀπὸ τὴν Μακεδονίαν νὰ ἔλθω σ᾽ ἐσᾶς, καὶ ἀπὸ σᾶς νὰ προπεμφθῶ εἰς τὴν Ἰουδαίαν.

17. Μὲ τὸ νὰ θέλω τοῦτο, μήπως ἆραγε ἐνήργησα ἐπιπόλαια; Ἢ μήπως κάνω τὰ σχέδιά μου κατὰ τρόπον κοσμικόν, ὥστε νὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμὲ τὸ ἐὰν θὰ εἶναι τὸ ναί, ναί, καὶ τὸ ὄχι, ὄχι;

18. Ἀξιόπιστος εἶναι ὁ Θεὸς ὅτι ὁ λόγος μας σ᾽ ἐσᾶς δὲν ἦτο Ναὶ καὶ Ὄχι συγχρόνως.

19. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἐκηρύχθηκε μεταξύ σας ἀπὸ μᾶς, δηλαδὴ ἀπὸ ἐμέ, τὸν Σιλουανὸν καὶ τὸν Τιμόθεον, δὲν ἦτο Ναὶ καὶ Ὄχι, ἀλλὰ εἰς αὐτὸν εἶναι μόνον Ναί.

20. Διότι ὅλαι αἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιοῦνται· καὶ δι᾽ αὐτοῦ λέγομεν τὸ ἀμὴν εἰς τὸν Θεὸν πρὸς δόξαν του.

21. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ μᾶς στερεώνει μαζὶ μ᾽ ἐσᾶς εἰς τὸν Χριστὸν καὶ μᾶς ἔχρισε, εἶναι ὁ Θεός,

22. ὁ ὁποῖος καὶ μᾶς ἐσφράγισε καὶ ἔδωκε στὶς καρδιές μας τὸ Πνεῦμα σὰν ἀρραβῶνα.

Προσ Κορινθιουσ Β΄ 1