14. ὅπως καὶ μᾶς καταλάβατε ἐν μέρει, ὅτι δηλαδὴ εἴμεθα καύχημά σας, καθὼς καὶ σεῖς εἶσθε δικό μας καύχημα, κατὰ τὴν Ἡμέραν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
15. Μὲ τὴν πεποίθησιν αὐτὴν ἤθελα νὰ ἔλθω πρῶτα σ᾽ ἐσᾶς, διὰ νὰ ἔχετε καὶ δευτέραν εὐχαρίστησιν,
16. καὶ ἀπὸ σᾶς νὰ περάσω εἰς τὴν Μακεδονίαν καὶ πάλιν ἀπὸ τὴν Μακεδονίαν νὰ ἔλθω σ᾽ ἐσᾶς, καὶ ἀπὸ σᾶς νὰ προπεμφθῶ εἰς τὴν Ἰουδαίαν.
17. Μὲ τὸ νὰ θέλω τοῦτο, μήπως ἆραγε ἐνήργησα ἐπιπόλαια; Ἢ μήπως κάνω τὰ σχέδιά μου κατὰ τρόπον κοσμικόν, ὥστε νὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμὲ τὸ ἐὰν θὰ εἶναι τὸ ναί, ναί, καὶ τὸ ὄχι, ὄχι;
18. Ἀξιόπιστος εἶναι ὁ Θεὸς ὅτι ὁ λόγος μας σ᾽ ἐσᾶς δὲν ἦτο Ναὶ καὶ Ὄχι συγχρόνως.
19. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἐκηρύχθηκε μεταξύ σας ἀπὸ μᾶς, δηλαδὴ ἀπὸ ἐμέ, τὸν Σιλουανὸν καὶ τὸν Τιμόθεον, δὲν ἦτο Ναὶ καὶ Ὄχι, ἀλλὰ εἰς αὐτὸν εἶναι μόνον Ναί.