18. Κατ᾽ αὐτὴν τὴν περίστασιν μὲ εὑρῆκαν εἰς τὸν ναὸν νὰ ὑποβάλλωμαι εἰς ἁγνισμόν, ὄχι μαζὶ μὲ ὄχλον οὔτε μὲ θόρυβον,
19. μερικοὶ Ἰουδαῖοι ἀπὸ τὴν Ἀσίαν, οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νὰ παρουσιασθοῦν ἐνώπιόν σου καὶ νὰ μὲ κατηγορήσουν ἐὰν ἔχουν τίποτε ἐναντίον μου.
20. Ἢ αὐτοὶ ἐδῶ ἂς ποῦν τί ἀδίκημα μοῦ εὑρῆκαν, ὅταν παρουσιάσθηκα εἰς τὸ συνέδριον,
21. ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἕνα αὐτὸ πρᾶγμα ποὺ ἐφώναξα, ὅταν ἔστεκα μεταξύ τους, δηλαδή, «Διὰ τὴν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν δικάζομαι ἀπὸ σᾶς σήμερα».
22. Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ Φῆλιξ, ἀνέβαλε τὴν δίκην, διότι ἐγνώριζε ἀκριβέστερα τὰ σχετικὰ πρὸς τὴν διδασκαλίαν, καὶ εἶπε, «Ὅταν κατεβῇ ὁ Λυσίας ὁ χιλίαρχος, θὰ ἀποφασίσω ἐπὶ τῆς ὑποθέσεώς σας».