30. Καὶ ὅλη ἡ πόλις εἶχε ἐξεγερθῆ καὶ εἶχε συρρεύσει λαός. Ἔπιασαν τὸν Παῦλον, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὸν ναὸν καὶ ἀμέσως ἔκλεισαν οἱ πόρτες.
31. Ἐνῷ δὲ ἐζητοῦσαν νὰ τὸν σκοτώσουν, ἔφθασε ἡ εἴδησις εἰς τὸν χιλίαρχον τῆς φρουρᾶς ὅτι ὁλόκληρη ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ἀνάστατη.
32. Αὐτὸς ἐπῆρε ἀμέσως στρατιῶτες καὶ ἑκατοντάρχους καὶ ἔτρεξε ἐναντίον τους. Ὅταν ἐκεῖνοι εἶδαν τὸν χιλίαρχον καὶ τοὺς στρατιῶτες, ἔπαυσαν νὰ κτυποῦν τὸν Παῦλον.