19. Ἀφοῦ τοὺς ἐχαιρέτησε, τοὺς διηγήθηκε λεπτομερῶς ὅσα ὁ Θεὸς ἔκανε εἰς τοὺς ἐθνικοὺς διὰ τῆς ὑπηρεσίας του.
20. Αὐτοὶ ὅταν τὰ ἄκουσαν, ἐδόξαζαν τὸν Κύριον καὶ εἶπαν εἰς τὸν Παῦλον, «Βλέπεις, ἀδελφέ, ὅτι πολλὲς χιλιάδες ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ἔχουν πιστέψει καὶ ὅλοι εἶναι ζηλωταὶ τοῦ νόμου.
21. Ἐπληροφορήθησαν ὅμως γιὰ σένα ὅτι διδάσκεις ὅλους τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ζοῦν μεταξὺ τῶν ἐθνικῶν, ἀποστασίαν ἀπὸ τὸν Μωϋσῆν, διότι τοὺς λέγεις νὰ μὴ περιτέμνουν τὰ παιδιά τους οὔτε νὰ τηροῦν τὰ ἔθιμα.
22. Τί πρέπει νὰ γίνῃ λοιπόν; Χωρὶς ἄλλο θὰ μαζευθῇ πλῆθος, διότι θὰ ἀκούσουν ὅτι ἦλθες.
23. Κάνε λοιπὸν ὅ,τι σοῦ ποῦμε. Ἔχομεν τέσσερις ἄνδρες ποὺ ἔχουν ἐπάνω τους τάξιμο.