4. Μερικοὶ ἀπ᾽ αὐτοὺς ἐπείσθησαν καὶ προσεκολλήθησαν εἰς τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν καὶ ἐπίσης μεγάλος ἀριθμὸς ἀπὸ θεοσεβεῖς Ἕλληνας καὶ πολλὰς γυναῖκας καλῆς κοινωνικῆς τάξεως.
5. Ἀλλ᾽ οἱ Ἰουδαῖοι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ἐπείθοντο ἐζηλοτύπησαν· ἐπῆραν μερικοὺς χυδαίους ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἀγοράν, καὶ ἀφοῦ ὠργάνωσαν ὀχλαγωγίαν, ἐθορυβοῦσαν εἰς τὴν πόλιν, ἦλθαν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰάσωνος καὶ τοὺς ἐζητοῦσαν διὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν εἰς τὴν συνέλευσιν τῆς πόλεως.
6. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ δὲν τοὺς εὑρῆκαν, ἔσυραν τὸν Ἰάσωνα καὶ μερικοὺς ἀδελφοὺς εἰς τοὺς ἄρχοντας τῆς πόλεως καὶ ἐφώναζαν, «Αὐτοὶ ποὺ ἀναστάτωσαν τὴν οἰκουμένην, ἦλθαν καὶ ἐδῶ,
7. καὶ ὁ Ἰάσων τοὺς ἔχει ὑποδεχθῆ. Ὅλοι αὐτοὶ ἐνεργοῦν ἐνάντια πρὸς τὰς διαταγὰς τοῦ Καίσαρος, λέγοντες ὅτι ὑπάρχει ἄλλος βασιλεύς, ὁ Ἰησοῦς».
8. Ὁ λαὸς καὶ οἱ ἄρχοντες τῆς πόλεως ἐταράχθησαν ὅταν ἄκουσαν αὐτά,
9. καὶ ἀφοῦ ἔλαβαν τὴν ἀνάλογον ἐγγύησιν ἀπὸ τὸν Ἰάσωνα καὶ τοὺς λοιπούς, τοὺς ἀπέλυσαν.
10. Οἱ ἀδελφοὶ ἀμέσως τὴν νύχτα ἔστειλαν τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἰς τὴν Βέροιαν, καὶ ὅταν ἔφθασαν, ἐπῆγαν εἰς τὴν συναγωγὴν τῶν Ἰουδαίων.
11. Αὐτοὶ ἦσαν εὐγενέστεροι ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἐδέχθησαν τὸν λόγον μὲ πᾶσαν προθυμίαν καὶ καθημερινῶς ἐξήταζαν τὰς γραφάς, διὰ νὰ ἰδοῦν ἐὰν ἦσαν ἔτσι τὰ πράγματα.