7. Γρήγορα πηγαίνετε νὰ πῆτε εἰς τοὺς μαθητάς του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ πηγαίνει πρὶν ἀπὸ σᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἐκεῖ θὰ τὸν ἰδῆτε. Νά, σᾶς τὸ εἶπα».
8. Καὶ ἐβγῆκαν γρήγορα ἀπὸ τὸ μνῆμα μὲ φόβον καὶ χαρὰν μεγάλην καὶ ἔτρεξαν νὰ τὰ ἀναγγείλουν εἰς τοὺς μαθητάς του.
9. Καθὼς δὲ ἐπήγαιναν διὰ νὰ τὰ ἀναγγείλουν εἰς τοὺς μαθητάς του, ὁ Ἰησοῦς τὰς συνήντησε καὶ εἶπε, «Χαίρετε». Αὐταὶ ἐπλησίασαν, ἔπιασαν τὰ πόδια του καὶ τὸν προσκύνησαν.
10. Τότε λέγει εἰς αὐτὰς ὁ Ἰησοῦς, «Μὴ φοβᾶσθε, πηγαίνετε νὰ πῆτε εἰς τοὺς ἀδελφούς μου νὰ ἀναχωρήσουν εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἐκεῖ θὰ μὲ ἰδοῦν».
11. Ἐνῷ δὲ αὐταὶ ἐπήγαιναν, μερικοὶ ἀπὸ τὴν φρουρὰν ἦλθαν εἰς τὴν πόλιν καὶ ἀνήγγειλαν εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς ὅλα ὅσα εἶχαν γίνει.