4. Ἡ γενεὰ ἡ πονηρὴ καὶ ἡ μοιχαλὶς ζητεῖ θαῦμα, ἀλλὰ θαῦμα ἄλλο δὲν θὰ τῆς δοθῇ παρὰ τὸ θαῦμα τοῦ Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου». Καὶ τοὺς ἄφησε καὶ ἔφυγε.
5. Ὅταν οἱ μαθηταὶ ἦλθαν εἰς τὴν ἀντικρυνὴν ὄχθην, ἐλησμόνησαν νὰ πάρουν ψωμιά.
6. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Βλέπετε καὶ προσέχετε ἀπὸ τὸ προζύμι τῶν Φαρισαίων καὶ τῶν Σαδδουκαίων».
7. Αὐτοὶ δὲ ἐσκέπτοντο μέσα τους καὶ ἔλεγαν, «Δὲν ἐπήραμε ψωμιά».
8. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τὸ ἀντελήφθη καὶ τοὺς εἶπε, «Τί σκέπτεσθε μέσα σας, ὀλιγόπιστοι, ὅτι δὲν ἐπήρατε ψωμιά;
9. Ἀκόμη δὲν καταλαβαίνετε οὔτε θυμᾶσθε τὰ πέντε ψωμιὰ τῶν πέντε χιλιάδων ἀνθρώπων καὶ πόσα κοφίνια ἐπήρατε;