6. Σᾶς λέγω δέ, ὅτι ἐδῶ εἶναι κάτι μεγαλύτερον ἀπὸ τὸν ναόν.
7. Ἐὰν μάλιστα ἐγνωρίζατε τί σημαίνει, Ἀγάπην θέλω καὶ ὄχι θυσίαν, δὲν θὰ καταδικάζατε τοὺς ἀθώους.
8. Διότι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου».
9. Καὶ ἔφυγε ἀπ᾽ ἐκεῖ καὶ ἦλθε εἰς τὴν συναγωγήν τους·
10. καὶ παρουσιάσθηκε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ εἶχε ξερὸ χέρι. Καὶ τὸν ἐρώτησαν, «Ἐπιτρέπεται κατὰ τὸ Σάββατον νὰ κάνῃ ἕνας θεραπείαν;», μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν κατηγορήσουν.
11. Ἐκεῖνος δὲ τοὺς εἶπε, « Ποιός ἀπὸ σᾶς, ποὺ ἔχει ἕνα πρόβατον, ἐὰν αὐτὸ πέσῃ τὸ Σάββατον εἰς ἕνα λάκκον, δὲν θὰ τὸ πιάσῃ καὶ δὲν θὰ τὸ σηκώσῃ;
12. Πόσο διαφέρει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ πρόβατον. Ὥστε, ἐπιτρέπεται νὰ εὐεργετῇ κανεὶς τὰ Σάββατα».