13. Ἀλλὰ σᾶς λέγω, ὅτι καὶ ὁ Ἠλίας ἔχει ἔλθει καὶ τοῦ ἔκαμαν ὅσα ἠθέλησαν, καθὼς εἶναι γραμμένον γι᾽ αὐτόν».
14. Ὅταν ἦλθε εἰς τοὺς μαθητάς, εἶδε νὰ τοὺς ἔχῃ περιστοιχίσει πολὺς κόσμος καὶ γραμματεῖς νὰ συζητοῦν μαζί τους.
15. Καὶ ἀμέσως ὅλος ὁ κόσμος, μόλις τὸν εἶδαν, ἐθαμβώθηκαν καὶ ἔτρεξαν νὰ τὸν χαιρετήσουν.
16. Καὶ αὐτὸς ἐρώτησε τοὺς γραμματεῖς, «Τί συζητεῖτε μαζί τους;».
17. Καὶ ἕνας ἀπὸ τὸ πλῆθος ἀπεκρίθη, «Διδάσκαλε, σοῦ ἔφερα τὸν υἱόν μου, ποὺ ἔχει πνεῦμα ἄλαλον.