1. Κατ᾽ ἐκείνας τὰς ἡμέρας, ἐπειδὴ εἶχε μαζευθῆ πάλιν πολὺς κόσμος καὶ δὲν εἶχαν νὰ φάγουν, προσκάλεσε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητάς του, καὶ τοὺς λέγει,
2. «Σπλαγχνίζομαι τὸ πλῆθος, διότι ἤδη ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας εἶναι μαζί μου καὶ δὲν ἔχουν τί νὰ φάγουν.
3. Καὶ ἐὰν τοὺς στείλω νηστικοὺς εἰς τὸ σπίτι τους, εἰς τὸν δρόμον θὰ ἀποκάμουν. Διότι μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν ἔλθει ἀπὸ μακρυνὰ μέρη».