21. Κανεὶς δὲν ράβει ἐπάνω σὲ παληὸ ἔνδυμα μπάλωμα ἀπὸ ὕφασμα καινούριο, διότι ἀλλοιῶς τὸ συμπλήρωμα τὸ καινούργιο τραβᾶ τὸ παληὸ καὶ τὸ σχίσιμο γίνεται χειρότερο.
22. Καὶ κανεὶς δὲν βάζει καινούργιο κρασὶ σὲ παληὰ ἀσκιά· ἀλλοιῶς τὸ κρασὶ θὰ σχίσῃ τὰ ἀσκιά, καὶ τὸ κρασὶ θὰ χυθῇ καὶ τὰ ἀσκιὰ θὰ καταστραφοῦν, ἀλλὰ τὸ καινούργιο κρασὶ πρέπει νὰ τὸ βάζουν σὲ καινούργια ἀσκιά».
23. Ἕνα Σάββατον συνέβη νὰ βαδίζῃ μέσα σὲ σπαρμένα χωράφια, καὶ οἱ μαθηταί του, κατὰ τὴν πορείαν, ἄρχισαν νὰ κόβουν τὰ στάχυα.
24. Καὶ οἱ Φαρισαῖοι τοῦ ἔλεγαν, «Νά, τί κάνουν τὸ Σάββατον, πρᾶγμα, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται».