4. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς παρόντας ἀγανάκτησαν μέσα τους καὶ ἔλεγαν, «Γιατί ἔγινε ἡ σπατάλη αὐτὴ τοῦ μύρου;
5. Διότι θὰ μποροῦσε αὐτὸ τὸ μῦρον νὰ πωληθῇ περισσότερον ἀπὸ τριακόσια δηνάρια καὶ νὰ δοθῇ εἰς τοὺς πτωχούς». Καὶ τὴν ἐπέπλητταν.
6. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε, «Ἀφῆστέ την. Γιατί τὴν ἐνοχλεῖτε; Καλὴν πρᾶξιν μοῦ ἔκανε,
7. διότι τοὺς πτωχοὺς ἔχετε πάντοτε μαζί σας καὶ ὅταν θέλετε, μπορεῖτε νὰ τοὺς εὐεργετήσετε. Ἐμὲ ὅμως δὲν μὲ ἔχετε πάντοτε.
8. Ἐκεῖνο ποὺ μποροῦσε αὐτὴ τὸ ἔκανε. Ἐπρόλαβε νὰ ἀλείψῃ μὲ μῦρον τὸ σῶμά μου διὰ τὸν ἐνταφιασμόν μου.