2. Καὶ ἦλθαν οἱ Φαρισαῖοι καὶ τὸν ἐρωτοῦσαν, μὲ σκοπὸν νὰ τὸν πειράξουν, ἐὰν ἐπιτρέπεται εἰς τὸν ἄνδρα νὰ χωρίσῃ τὴν γυναῖκά του.
3. Αὐτὸς δὲ τοὺς ἀπεκρίθη, «Τί σᾶς διέταξε ὁ Μωϋσῆς;».
4. Ἐκεῖνοι εἶπαν, «Ὁ Μωϋσῆς ἐπέτρεψε νὰ γράψῃ ὁ ἄνδρας ἕνα ἔγγραφον διαζυγίου καὶ νὰ τὴν χωρίσῃ».
5. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Ἐξ αἰτίας τῆς σκληροκαρδίας σας ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς τὴν ἐντολὴν αὐτήν,
6. ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τῆς δημιουργίας ἄνδρες καὶ γυναῖκες τοὺς ἐδημιούργησε ὁ Θεός.
7. Γι᾽ αὐτὸ ὁ ἄνδρας θὰ ἐγκαταλείψῃ τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του καὶ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὴν γυναῖκά του καὶ θὰ ἀποτελέσουν οἱ δύο μίαν σάρκα.