1. Ἕνα Σάββατον, τὸ δεύτερον μετὰ τὸ πρῶτον, ἐβάδιζε διὰ μέσου τῶν σπαρτῶν καὶ οἱ μαθηταί του ἔκοβαν καὶ ἔτρωγαν τὰ στάχυα, ἀφοῦ τὰ ἔτριβαν μὲ τὰ χέρια.
2. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Φαρισαίους τοὺς εἶπαν, «Γιατί κάνετε ὅ,τι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κάνετε τὰ Σάββατα;».
3. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Δὲν ἐδιαβάσατε ποτὲ τί ἔκανε ὁ Δαυΐδ, ὅταν ἐπείνασε αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦσαν μαζί του;
4. Πῶς ἐμπῆκε εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπῆρε τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως καὶ ἔφαγε καὶ ἔδωκε καὶ σ᾽ ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί του, ἂν καὶ δὲν ἐπιτρέπεται κανεὶς νὰ τοὺς φάγῃ παρὰ μόνον οἱ ἱερεῖς;».
5. Καὶ τοὺς ἔλεγε, «Ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κύριος τοῦ Σαββάτου».