Κατα Λουκαν 20:13-24 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

13. Εἶπε τότε ὁ κύριος τοῦ ἀμπελιοῦ, «Τί νὰ κάνω; Θὰ στείλω τὸν υἱόν μου τὸν ἀγαπητόν, ἴσως ὅταν ἰδοῦν αὐτὸν θὰ τὸν σεβασθοῦν».

14. Ὅταν ὅμως τὸν εἶδαν οἱ γεωργοί, συζητοῦσαν μεταξύ τους καὶ ἔλεγαν, «Αὐτὸς εἶναι ὁ κληρονόμος· ἐμπρός, ἂς τὸν σκοτώσωμεν, διὰ νὰ γίνῃ δική μας ἡ κληρονομία».

15. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὸ ἀμπέλι, τὸν ἐσκότωσαν. Τί θὰ κάνῃ λοιπὸν εἰς αὐτοὺς ὁ κύριος τοῦ ἀμπελιοῦ;

16. Θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς καὶ θὰ δώσῃ τὸ ἀμπέλι σὲ ἄλλους». Ὅταν τὸ ἄκουσαν, εἶπαν, «Μὴ γένοιτο».

17. Αὐτὸς τοὺς ἐκύτταξε εἰς τὰ μάτια καὶ εἶπε, «Τί σημαίνει αὐτὸ ποὺ εἶναι γραμμένον, Ὁ λίθος ποὺ ἀπέρριψαν οἱ οἰκοδόμοι, ἔγινε ἀκρογωνιαῖος λίθος;

18. Ὅποιος πέσῃ ἐπάνω σ᾽ ἐκείνη τὴν πέτρα θὰ συντριβῇ· εἰς ὅποιον δὲ πέσῃ θὰ τὸν κάνῃ κομμάτια».

19. Οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐζήτησαν ἐκείνην τὴν ὥραν νὰ βάλουν χέρι ἐπάνω του, διότι ἐκατάλαβαν ὅτι τὴν παραβολὴν τὴν εἶπε γι᾽ αὐτούς, ἀλλὰ ἐφοβοῦντο τὸν λαόν.

20. Ἐκαιροφυλακτοῦσαν λοιπὸν καὶ ἔστειλαν κατασκόπους οἱ ὁποῖοι ὑπεκρίνοντο τοὺς εὐσεβεῖς, διὰ νὰ βροῦν κάποιον λόγον του γιὰ πρόσχημα ὥστε νὰ τὸν παραδώσουν εἰς τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν ἐξουσίαν τοῦ ἡγεμόνος.

21. Καὶ τὸν ἐρώτησαν, «Διδάσκαλε, γνωρίζομεν ὅτι ὅσα λέγεις καὶ διδάσκεις εἶναι ὀρθὰ καὶ δὲν λαβαίνεις ὑπ᾽ ὄψιν σου πρόσωπον ἀνθρώπου ἀλλὰ διδάσκεις ἀληθινὰ τὸν δρόμον τοῦ Θεοῦ.

22. Μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ δίνωμεν φόρον εἰς τὸν Καίσαρα ἢ ὄχι;».

23. Αὐτὸς ἀντελήφθη τὴν πονηρίαν τους καὶ τοὺς εἶπε, «Διατί μὲ πειράζετε;

24. Δείξατέ μου ἕνα δηνάριον. Τίνος εἰκόνα καὶ ἐπιγραφὴν ἔχει;». Ἐκεῖνοι ἀπεκρίθησαν, «Τοῦ Καίσαρος».

Κατα Λουκαν 20