34. Καὶ ὁ Συμεὼν τοὺς εὐλόγησε καὶ εἶπε εἰς τὴν Μαριάμ, τὴν μητέρα του, «Αὐτὸς εἶναι προωρισμένος διὰ τὴν πτῶσιν καὶ ἀνύψωσιν πολλῶν μεταξὺ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ὡς σημεῖον διὰ τὸ ὁποῖον θὰ ὑπάρχῃ ἀντιλογία,
35. διὰ νὰ φανερωθοῦν αἱ σκέψεις πολλῶν καρδιῶν, καὶ τὴν ἰδικήν σου ψυχὴν ἐπίσης θὰ διαπεράσῃ ρομφαία».
36. Ἐκεῖ ἦτο κάποια προφῆτις Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Φανουήλ, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἀσήρ. Ἦτο πολὺ προχωρημένης ἡλικίας, καὶ εἶχε ζήσει ἑπτὰ χρόνια μὲ τὸν ἄνδρα της μετὰ τὸν γάμον της
37. καὶ κατόπιν ὡς χήρα μέχρις ἡλικίας ὀδγόντα τεσσάρων ἐτῶν. Δὲν ἀπεμακρύνετο ἀπὸ τὸν ναὸν ἀλλὰ ἐλάτρευε τὸν Θεὸν μὲ νηστείας καὶ προσευχὰς νύχτα καὶ ἡμέραν.