32. Οἱ ἄνδρες τῆς Νινευῒ θὰ ἐγερθοῦν κατὰ τὴν Κρίσιν μὲ τὴν γενεὰν αὐτὴν καὶ θὰ τὴν καταδικάσουν, διότι αὐτοὶ μετενόησαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ καὶ νά, ἐδῶ εἶναι περισσότερον ἀπὸ τὸν Ἰωνᾶν».
33. «Κανεὶς δὲν ἀνάβει λυχνάρι καὶ τὸ βάζει σὲ μέρος κρυφὸ οὔτε τὸ τοποθετεῖ κάτω ἀπὸ τὸ μόδι ἀλλὰ εἰς τὸν λυχνοστάτην, ὥστε ἐκεῖνοι ποὺ μπαίνουν νὰ βλέπουν τὸ φῶς.
34. Τὸ λυχνάρι τοῦ σώματός σου εἶναι τὸ μάτι. Ὅταν τὸ μάτι σου εἶναι ὑγιές, τότε καὶ ὅλον τὸ σῶμά σου θὰ εἶναι φωτεινόν· ἀλλ᾽ ὅταν πάσχῃ, καὶ τὸ σῶμά σου θὰ εἶναι σκοτεινόν.
35. Πρόσεχε λοιπὸν μήπως τὸ φῶς, ποὺ εἶναι μέσα σου, γίνῃ σκοτάδι.
36. Ἐὰν λοιπὸν ὁλόκληρον τὸ σῶμά σου, εἶναι φωτεινόν, χωρὶς νὰ ἔχῃ κανένα μέρος σκοτεινόν, τότε θὰ εἶναι ὁλόκληρον φωτεινόν, ὅπως ὅταν τὸ λυχνάρι σὲ φωτίζῃ μὲ τὴν λάμψιν του».