Κατα Λουκαν 1:50-67 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

50. καὶ ἡ εὐσπλαγχνία του ἁπλώνεται εἰς γενεὰς γενεῶν εἰς ἐκείνους, ποὺ τὸν φοβοῦνται.

51. Ἔδειξε δύναμιν μὲ τὸν βραχίονά του, διεσκόρπισε ἀνθρώπους μὲ ὑπερήφανη καρδιά.

52. Κατέβασε ἀπὸ θρόνους ἄρχοντας καὶ ἀνύψωσε ταπεινούς,

53. ἀνθρώπους ποὺ ἐπεινοῦσαν τοὺς ἐγέμισε μὲ ἀγαθά, καὶ ἀνθρώπους πλουσίους τοὺς ἔδιωξε ἀδειανούς.

54. Ἐβοήθησε τὸν δοῦλόν του Ἰσραὴλ ἐνθυμούμενος,

55. ὅπως εἶχε ὑποσχεθῇ εἰς τοὺς πατέρας μας, νὰ δείξῃ ἔλεος εἰς τὸν Ἀβραὰμ καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνους του αἰωνίως».

56. Ἔμεινε δὲ ἡ Μαριὰμ πλησίον της περίπου τρεῖς μῆνες καὶ ὕστερα ἐπέστρεψε εἰς τὸ σπίτι της.

57. Καὶ ἦλθε ὁ καιρὸς τῆς Ἐλισάβετ νὰ γεννήσῃ, καὶ ἐγέννησε υἱόν.

58. Καὶ ἄκουσαν οἱ γείτονες καὶ οἱ συγγενεῖς της ὅτι ὁ Κύριος ἔδειξε πολὺ ἔλεος εἰς αὐτὴν καὶ τὴν συνέχαιραν.

59. Τὴν ὀγδόην ἡμέραν ἦλθαν διὰ νὰ ἐκτελέσουν τὴν περιτομὴν τοῦ παιδιοῦ καὶ ἤθελαν νὰ τὸ ὀνομάσουν μὲ τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του, Ζαχαρίαν.

60. Ἀλλ᾽ ἡ μητέρα του εἶπε, «Ὄχι, θὰ ὀνομασθῇ Ἰωάννης».

61. Καὶ αὐτοὶ τῆς εἶπαν, «Δὲν εἶναι κανεὶς ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς σου ποὺ νὰ ἔχῃ τὸ ὄνομα αὐτό».

62. Μὲ νεύματα δὲ ἐρωτοῦσαν τὸν πατέρα του πῶς ἤθελε αὐτὸς νὰ τὸ ὀνομάσουν.

63. Καὶ αὐτὸς ἐζήτησε μικρὴ πλάκα καὶ ἔγραψε τὰ ἑξῆς: «Ἰωάννης εἶναι τὸ ὄνομά του». Καὶ ἐξεπλάγησαν ὅλοι.

64. Ἄνοιξε δὲ ἀμέσως τὸ στόμα του καὶ ἡ γλῶσσά του καὶ εὐλογοῦσε τὸν Θεόν.

65. Καὶ κατέλαβε φόβος ὅλους, ὅσοι κατοικοῦσαν γύρω, καὶ τὰ γεγονότα αὐτὰ διεδίδοντο εἰς ὅλην τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς Ἰουδαίας.

66. Καὶ ὅλοι, ὅσοι τὰ ἄκουσαν, τὰ ἔβαλαν εἰς τὴν καρδιά τους καὶ ἔλεγαν, «Τί ἆραγε θὰ γίνῃ τὸ παιδὶ αὐτό;». Καὶ πραγματικὰ τὸ χέρι τοῦ Κυρίου ἦτο μαζί του.

67. Καὶ ὁ Ζαχαρίας, ὁ πατέρας του, ἐπληρώθη ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ ἐπροφήτευσε καὶ εἶπε,

Κατα Λουκαν 1