1. Ἐνωρὶς τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, ἐνῷ ἤτανε ἀκόμη σκοτάδι, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἦλθε εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε ὅτι ὁ λίθος εἶχε ἀφαιρεθῆ ἀπὸ τὸ μνῆμα.
2. Τρέχει τότε καὶ ἔρχεται εἰς τὸν Σίμωνα Πέτρον καὶ εἰς τὸν ἄλλον μαθητήν, τὸν ὁποῖον ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, καὶ τοὺς λέγει, «Ἐπῆραν τὸν Κύριον ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ δὲν ξέρομεν ποῦ τὸν ἔβαλαν».
3. Τότε ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ἔφυγαν καὶ ἐπήγαιναν εἰς τὸ μνῆμα.
4. Ἔτρεχαν δὲ οἱ δύο μαζί· ἀλλ᾽ ὁ ἄλλος μαθητὴς ἔτρεχε γρηγορώτερα, ἐπέρασε τὸν Πέτρον καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνῆμα·