12. Ἔχω πολλὰ ἀκόμη νὰ σᾶς πῶ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖτε νὰ τὰ βαστάξετε τώρα.
13. Ἀλλ᾽ ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ εἰς ὅλην τὴν ἀλήθειαν, διότι δὲν θὰ μιλήσῃ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλὰ θὰ πῇ ὅσα ἀκούσῃ καὶ θὰ σᾶς ἀναγγείλῃ ἐκεῖνα ποὺ μέλλουν νὰ συμβοῦν.
14. Ἐκεῖνος ἐμὲ θὰ δοξάσῃ, διότι θὰ πάρῃ ἀπὸ ὅ,τι εἶναι δικό μου καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀναγγείλῃ.
15. Ὅλα ὅσα ἔχει ὁ Πατέρας μου, εἶναι δικά μου. Γι᾽ αὐτὸ σᾶς εἶπα ὅτι θὰ πάρῃ ἀπὸ ὅ,τι εἶναι δικό μου καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀναγγείλῃ.
16. Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε πλέον καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε, διότι ἐγὼ πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα».
17. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητάς του εἶπαν μεταξύ τους, «Τί σημαίνει τοῦτο ποὺ μᾶς λέγει, «Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε»; καὶ «διότι ἐγὼ πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα»;
18. Ἔλεγαν λοιπὸν, «Τί σημαίνει τοῦτο ποὺ λέγει, «ὀλίγον χρόνον»; Δὲν καταλαβαίνομε τί λέγει».
19. Ἀντελήφθη ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἤθελαν νὰ τὸν ἐρωτήσουν καὶ τοὺς εἶπε, «Γι᾽ αὐτὸ ποὺ εἶπα συζητεῖτε μεταξύ σας; «Ὀλίγον χρόνον ἀκόμη καὶ δὲν θὰ μὲ βλέπετε καὶ πάλιν ὀλίγον χρόνον καὶ θὰ μὲ ἰδῆτε»;
20. Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι σεῖς θὰ κλάψετε καὶ θὰ θρηνήσετε, ἀλλ᾽ ὁ κόσμος θὰ χαρῇ. Σεῖς βέβαια θὰ λυπηθῆτε, ἀλλ᾽ ἡ λύπη σας θὰ μεταβληθῇ σὲ χαρά.
21. Ἡ γυναῖκα ὅταν γεννᾷ, ἔχει λύπην, διότι ἦλθε ἡ ὥρα της, ἀλλ᾽ ὅταν γεννήσῃ τὸ παιδί, δὲν θυμᾶται πλέον τὴν θλῖψιν ἀλλὰ χαίρει διότι γεννήθηκε ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον.
22. Καὶ σεῖς λοιπὸν τώρα ἔχετε λύπην· ἀλλὰ πάλιν θὰ σᾶς δῶ καὶ θὰ χαρῇ ἡ καρδιά σας καὶ τὴν χαράν σας κανεὶς δὲν θὰ σᾶς τὴν ἀφαιρέσῃ.
23. Τὴν ἡμέραν ἐκείνην δὲν θὰ μὲ παρακαλέσετε γιὰ τίποτε. Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὅσα ζητήσετε ἀπὸ τὸν Πατέρα εἰς τὸ ὄνομά μου, θὰ σᾶς τὰ δώσῃ.