22. Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰούδας, ὄχι ὁ Ἰσκαριώτης, «Κύριε, καὶ πῶς συμβαίνει ὅτι θὰ φανερώσῃς τὸν ἑαυτόν σου σ᾽ ἐμᾶς καὶ ὄχι στὸν κόσμον;».
23. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ἐὰν κανεὶς μὲ ἀγαπᾷ, θὰ τηρήσῃ τὸν λόγον μου, καὶ ὁ Πατέρας μου θὰ τὸν ἀγαπήσῃ καὶ θὰ ἔλθωμεν σ᾽ αὐτὸν καὶ θὰ κατοικήσωμεν μαζί του.
24. Ὅποιος δὲν μὲ ἀγαπᾶ, δὲν τηρεῖ τοὺς λόγους μου. Καὶ ὁ λόγος ποὺ ἀκοῦτε, δὲν εἶναι δικός μου, ἀλλὰ τοῦ Πατέρα ποὺ μὲ ἔστειλε.
25. Αὐτὰ σᾶς εἶπα, ἐφ᾽ ὅσον μένω κοντά σας·
26. ἀλλ᾽ ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ ὁποῖον θὰ στείλῃ ὁ Πατέρας εἰς τὸ ὄνομά μου, ἐκεῖνος θὰ σᾶς διδάξῃ ὅλα καὶ θὰ σᾶς ὑπενθυμίσῃ ὅλα ὅσα σᾶς εἶπα.