Ἐγὼ τοῦ εἶπα, «Κύριέ μου, σὺ ξέρεις». Τότε αὐτὸς μοῦ εἶπε, «Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὴν θλῖψιν τὴν μεγάλην· ἔπλυναν τὰ ἐνδύματά των καὶ τὰ ἔκαναν λευκὰ μὲ τὸ αἷμα τοῦ Ἀρνίου.