12. φορτίον ἀπὸ χρυσάφι καὶ ἀσῆμι, πολυτίμους λίθους καὶ μαργαριτάρια, λινὰ καὶ πορφύραν, μεταξωτὰ καὶ κόκκινα· κάθε ξύλον μυρωδᾶτο καὶ ἀντικείμενον ἐλεφάντινον, καὶ κάθε πρᾶγμα ἀπὸ πολύτιμον ξύλον, χαλκόν, σίδηρον ἢ μάρμαρον·
13. κινάμωμον καὶ ἄμωμον, θυμιάματα, μύρον καὶ λιβάνι· κρασί, λάδι, σιμιγδάλι καὶ σιτάρι, ζῶα καὶ πρόβατα, ἄλογα, ἁμάξια, δούλους καὶ ψυχὰς ἀνθρώπων.
14. «Τὰ φροῦτα ποὺ ἐπιθυμοῦσε ἡ ψυχή σου ἐχάθηκαν ἀπὸ σὲ καὶ ὅλα τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ λαμπρὰ ἔφυγαν ἀπὸ σὲ καὶ δὲν θὰ τὰ βρῇς πλέον».
15. Οἱ ἐμπορευόμενοι εἰς ὅλα αὐτὰ τὰ εἴδη, ποὺ ἐπλούτισαν ἀπὸ αὐτήν, θὰ σταθοῦν μακρυὰ ἀπὸ τὸν φόβον τοῦ βασανισμοῦ της, θὰ κλαίουν καὶ θὰ πενθοῦν
16. καὶ θὰ λέγουν, «Ἀλλοίμονον, ἀλλοίμονον, ἡ πόλις ἡ μεγάλη, ποὺ φοροῦσε ἐκλεκτὸν λινὸν καὶ πορφυρὸν καὶ κόκκινον ἔνδυμα, καὶ ἦτο στολισμένη μὲ χρυσάφι καὶ πολυτίμους λίθους καὶ μαργαριτάρια,
17. σὲ μιὰ ὥρα ἐρημώθηκε ὅλος αὐτὸς ὁ πλοῦτος». Ὅλοι οἱ κυβερνῆται πλοίων καὶ θαλασσοπόροι, οἱ ναῦται καὶ ὅσοι ἐμπορεύονται διὰ θαλάσσης ἐστάθηκαν ἀπὸ μακρυὰ