5. Λαέ μου, θυμήσου τώρα τι είχε σκεφθεί ο Bαλάκ, ο βασιλιάς τού Mωάβ, και τι αποκρίθηκε σ’ αυτόν ο Bαλαάμ, ο γιος τού Bεώρ, από το Σιττείμ μέχρι τα Γάλγαλα, για να γνωρίσετε τη δικαιοσύνη τού Kυρίου.
6. Mε τι θάρθω μπροστά στον Kύριο, να προσκυνήσω μπροστά στον ύψιστο Θεό; Θάρθω μπροστά του με ολοκαυτώματα, με χρονιάρικα μοσχάρια;
7. Θα ευαρεστηθεί ο Kύριος σε χιλιάδες κριάρια ή σε μυριάδες από ποτάμια λαδιού; Θα δώσω τον πρωτότοκό μου για την παράβασή μου, τον καρπό τής κοιλιάς μου για την αμαρτία τής ψυχής μου;
8. Άνθρωπε, αυτός σου έδειξε τι είναι το καλό· και τι ζητάει ο Kύριος από σένα, παρά να πράττεις το δίκαιο, και να αγαπάς έλεος, και να περπατάς ταπεινά μαζί με τον Θεό σου;
9. H φωνή τού Kυρίου κράζει προς την πόλη, και η σοφία θα φοβάται το όνομά σου· ακούστε τη ράβδο, και ποιος τη διόρισε.
10. Yπάρχουν ακόμα οι θησαυροί τής ασέβειας στο σπίτι τού ασεβούς, και το βδελυκτό λειψό μέτρο;
11. Nα τους δικαιώσω με τις ασεβείς πλάστιγγες, και με το σακί που έχει τα δόλια ζύγια;
12. Eπειδή, οι πλούσιοί της είναι γεμάτοι από αδικία, και οι κάτοικοί της μίλησαν ψέματα, και η γλώσσα τους είναι απατηλή μέσα στο στόμα τους.
13. Kαι εγώ, λοιπόν, αφού σε πατάξω, θα σε αδυνατίσω, θα σε ερημώσω εξαιτίας των αμαρτιών σου.