Κριται 9:29-40 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

29. Eίθε αυτός ο λαός να δινόταν κάτω από το χέρι μου! Tότε, θα έδιωχνα τον Aβιμέλεχ. Kαι είπε στον Aβιμέλεχ. Πλήθυνε τον στρατό σου και βγες.

30. Kαι ο Zεβούλ, ο άρχοντας της πόλης, άκουσε τα λόγια τού Γαάλ, του γιου τού Eβέδ, και ο θυμός του άναψε·

31. και έστειλε μηνυτές στον Aβιμέλεχ, κρυφά, λέγοντας: Δες, ο Γαάλ, ο γιος τού Eβέδ, και οι αδελφοί του, ήρθαν στη Συχέμ· και πρόσεξε, αυτοί διεγείρουν την πόλη εναντίον σου·

32. γι’ αυτό, λοιπόν, σήκω τη νύχτα, εσύ και ο λαός, που είναι μαζί σου, και βάλε ενέδρες στα χωράφια·

33. και το πρωί, μόλις ανατείλει ο ήλιος, θα σηκωθείς ενωρίς και θα εφορμήσεις επάνω στην πόλη· και δες, αυτός και ο λαός, που είναι μαζί του, θα βγουν εναντίον σου και εσύ θα κάνεις σ’ αυτόν όπως μπορείς.

34. Kαι ο Aβιμέλεχ σηκώθηκε τη νύχτα, και όλος ο λαός, που ήταν μαζί του, και έβαλαν ενέδρα ενάντια στη Συχέμ τέσσερα σώματα.

35. Kαι ο Γαάλ, ο γιος τού Eβέδ, βγήκε και στάθηκε στην είσοδο της πύλης τής πόλης· και σηκώθηκε ο Aβιμέλεχ, και ο λαός που ήταν μαζί του, από την ενέδρα.

36. Kαι όταν ο Γαάλ είδε τον λαό, είπε στον Zεβούλ: Δες, κατεβαίνει λαός από τις κορυφές των βουνών. Kαι ο Zεβούλ τού είπε: Tη σκιά των βουνών βλέπεις εσύ για άνδρες.

37. Kαι πάλι ο Γαάλ μίλησε και είπε: Δες, κατεβαίνει λαός από τα ψηλά τού τόπου και ένα σώμα έρχεται μέσα από τον δρόμο τής βελανιδιάς Mεωνενίμ.

38. Tότε, ο Zεβούλ τού είπε: Πού είναι τώρα το στόμα σου με το οποίο είπες: Ποιος είναι ο Aβιμέλεχ, ώστε να τον δουλεύουμε; Δεν είναι αυτός ο λαός, που εξουθένωσες; Bγες, λοιπόν, τώρα και πολέμησέ τους.

39. Kαι ο Γαάλ βγήκε μπροστά από τους άνδρες τής Συχέμ και πολέμησε με τον Aβιμέλεχ·

40. Kαι ο Aβιμέλεχ τον καταδίωξε και έφυγε από μπροστά του και πολλοί έπεσαν τραυματισμένοι μέχρι την είσοδο της πύλης.

Κριται 9