53. Kαι γελούσαν γι’ αυτόν ειρωνικά, ξέροντας ότι είχε πεθάνει.
54. Eκείνος, όμως, αφού τους έβγαλε όλους έξω, και πιάνοντας το χέρι της, φώναξε, λέγοντας: Kοριτσάκι, σήκω επάνω.
55. Kαι το πνεύμα της επέστρεψε, και αναστήθηκε αμέσως· και πρόσταξε να της δοθεί να φάει.
56. Kαι οι γονείς της εκπλάγηκαν· και εκείνος παρήγγειλε σ’ αυτούς, να μη πουν το γεγονός σε κανέναν.