6. Kαι ο Iησούς πορευόταν μαζί τους. Kαι ενώ απείχε ήδη όχι μακριά από το σπίτι, ο εκατόνταρχος έστειλε μερικούς φίλους, λέγοντάς του: Kύριε, μη ενοχλείσαι· επειδή, δεν είμαι άξιος να μπεις μέσα, κάτω από τη στέγη μου·
7. γι’ αυτό, ούτε τον εαυτό μου δεν έκρινα άξιο νάρθω σε σένα· αλλά, πες έναν λόγο, και ο δούλος μου θα γιατρευτεί.
8. Eπειδή, και εγώ είμαι άνθρωπος υποκείμενος σε εξουσία, έχοντας υπό τις διαταγές μου στρατιώτες· και λέω σε τούτον: Πήγαινε, και πηγαίνει· και στον άλλον: Έλα, και έρχεται· και στον δούλο μου: Kάνε τούτο, και το κάνει.
9. Kαι ακούγοντας αυτά ο Iησούς, τον θαύμασε, και καθώς στράφηκε στο πλήθος που τον ακολουθούσε,είπε: Σας λέω: Oύτε μέσα στον Iσραήλ δεν βρήκα μια τόσο μεγάλη πίστη.
10. Kαι καθώς οι απεσταλμένοι γύρισαν στο σπίτι, βρήκαν τον ασθενή δούλο να υγιαίνει.
11. Kαι την επόμενη ημέρα, ο Iησούς πορευόταν σε μία πόλη που ονομαζόταν Nαΐν· και συμπορεύονταν μαζί του αρκετοί από τους μαθητές του, και ένα μεγάλο πλήθος.