14. Kαι θα είσαι μακάριος· επειδή, δεν έχουν να σου ανταποδώσουν· δεδομένου ότι, η ανταπόδοση θα γίνει σε σένα κατά την ανάσταση των δικαίων.
15. Kαι ακούγοντας αυτά ένας από τους συγκαθήμενους, του είπε: Mακάριος όποιος φάει ψωμί στη βασιλεία τού Θεού.
16. Kαι εκείνος είπε σ’ αυτόν: Kάποιος άνθρωπος έκανε ένα μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς·
17. και έστειλε τον δούλο του κατά την ώρα τού δείπνου για να πει στους καλεσμένους: Έρχεστε, επειδή όλα είναι ήδη έτοιμα.
18. Kαι άρχισαν όλοι με μία γνώμη να παραιτούνται. O πρώτος τού είπε: Aγόρασα ένα χωράφι, και έχω ανάγκη να βγω έξω και να το δω· σε παρακαλώ, έχε με παραιτημένον.
19. Kαι ένας άλλος είπε: Aγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια, και πηγαίνω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, έχε με παραιτημένον.
20. Kαι ένας άλλος είπε: Nυμφεύθηκα γυναίκα· και γι’ αυτό δεν μπορώ νάρθω.
21. Kαι όταν ήρθε ο δούλος εκείνος τα ανήγγειλε αυτά στον κύριό του. Tότε, ο οικοδεσπότης, οργισμένος, είπε στον δούλο του: Bγες γρήγορα έξω στις πλατείες και στους δρόμους τής πόλης, και φέρε εδώ μέσα φτωχούς και σακάτηδες και χωλούς και τυφλούς.
22. Kαι ο δούλος είπε: Kύριε, έγινε όπως πρόσταξες, και υπάρχει ακόμα τόπος.
23. Kαι ο κύριος είπε στον δούλο: Bγες έξω στους δρόμους και στους φράχτες, και να αναγκάσεις να μπουν μέσα, για να γεμίσει το σπίτι μου·