Kαι ο Iακώβ άκουσε, ότι μίανε τη Δείνα τη θυγατέρα του· και οι γιοι του ήσαν με τα κτήνη του στο χωράφι· και ο Iακώβ σιώπησε μέχρις ότου έρθουν.