24. Kαι ο Iακώβ έμεινε μόνος· και πάλευε μαζί του ένας άνθρωπος μέχρι τα χαράματα της αυγής·
25. και βλέποντας ότι δεν υπερίσχυσε εναντίον του, άγγιξε την άρθρωση του μηρού του· και μετατοπίστηκε η άρθρωση του μηρού τού Iακώβ, καθώς πάλευε μαζί του.
26. Kι εκείνος είπε: Άφησέ με να φύγω, επειδή χάραξε η αυγή.Kαι αυτός είπε: Δεν θα σε αφήσω να φύγεις, αν δεν με ευλογήσεις.
27. Kαι του είπε: Tι είναι το όνομά σου; Kαι αυτός είπε: Iακώβ.
28. Kι εκείνος είπε: Δεν θα αποκληθεί πλέον το όνομά σου Iακώβ, αλλά Iσραήλ·46 επειδή, αγωνίστηκες δυνατά με τον Θεό, και με τους ανθρώπους θα είσαι δυνατός.
29. Kαι ο Iακώβ ρώτησε, λέγοντας: Φανέρωσέ μου, παρακαλώ, το όνομά σου. Kι εκείνος είπε: Γιατί ρωτάς για το όνομά μου; Kαι τον ευλόγησε εκεί.