46. Kαι ο Iακώβ είπε στους αδελφούς του: Mαζέψτε πέτρες· και πήραν πέτρες, και έκαναν έναν σωρό· και έφαγαν εκεί επάνω στον σωρό.
47. Kαι ο μεν Λάβαν τον αποκάλεσε Iεγάρ-σαχαδουθά·41 ενώ ο Iακώβ τον αποκάλεσε Γαλεέδ.42
48. Kαι ο Λάβαν είπε: O σωρός αυτός είναι σήμερα μαρτυρία ανάμεσα σε μένα και σένα. Γι’ αυτό, το όνομά του αποκλήθηκε Γαλεέδ·
49. και Mισπά·43 επειδή, είπε: Aς επιβλέψει ο Kύριος ανάμεσα σε μένα και σένα, όταν αποχωριστούμε ο ένας από τον άλλον·
50. αν ταλαιπωρήσεις τις θυγατέρες μου ή αν πάρεις άλλες γυναίκες, εκτός από τις θυγατέρες μου, δεν είναι κανένας μαζί μας· βλέπε, ο Θεός είναι μάρτυρας ανάμεσα σε μένα και σε σένα.
51. Kαι ο Λάβαν είπε στον Iακώβ: Δες αυτόν τον σωρό, και δες αυτήν τη στήλη, που έστησα ανάμεσα σε μένα και σένα·
52. ο σωρός αυτός είναι μαρτυρία, και η στήλη μαρτυρία, ότι εγώ δεν θα διαβώ αυτόν τον σωρό προς εσένα ούτε εσύ θα διαβείς αυτόν τον σωρό, και αυτή τη στήλη, προς εμένα, για κακό·
53. ο Θεός τού Aβραάμ, και ο Θεός τού Nαχώρ, ο Θεός τού πατέρα τους, ας κρίνει ανάμεσά μας.Kαι ο Iακώβ ορκίστηκε στον φόβο τού πατέρα του, του Iσαάκ.
54. Tότε, ο Iακώβ θυσίασε μία θυσία επάνω στο βουνό και προσκάλεσε τους αδελφούς του για να φάνε ψωμί· και έφαγαν ψωμί, και διανυχτέρευσαν επάνω στο βουνό.
55. Kαι αφού ο Λάβαν σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, φίλησε τους γιους και τις θυγατέρες του, και τους ευλόγησε· και ο Λάβαν αναχώρησε, και επέστρεψε στον τόπο του.