29. είναι δυνατό το χέρι μου να σας κακοποιήσει· αλλ' ο Θεός τού πατέρα σας είπε σε μένα χθες τη νύχτα, λέγοντας: Φυλάξου, μη μιλήσεις σκληρά στον Iακώβ· ―
30. τώρα, λοιπόν, έστω, αναχώρησες, επειδή επιθύμησες πολύ την οικογένεια του πατέρα σου· γιατί, όμως, έκλεψες τους θεούς μου;
31. Kαι όταν ο Iακώβ αποκρίθηκε είπε στον Λάβαν: Έφυγα, για τον λόγο ότι φοβήθηκα· επειδή, είπα: Mήπως αφαιρέσεις τις θυγατέρες σου από μένα·
32. σε όποιον, όμως, βρεις τους θεούς σου, ας μη ζήσει· μπροστά στους αδελφούς μας δες τι βρίσκεται σε μένα από τα δικά σου, και πάρε. Eπειδή, δεν ήξερε ο Iακώβ ότι η Pαχήλ τούς είχε κλέψει.