8. Kαι ο Άβραμ είπε στον Λωτ: Aς μη είναι, παρακαλώ, φιλονικία ανάμεσα σε μένα και σε σένα, και ανάμεσα στους βοσκούς μου και στους βοσκούς σου· επειδή, εμείς είμαστε αδελφοί·
9. δεν είναι ολόκληρη η γη μπροστά σου; Διαχώρισε, λοιπόν, τον εαυτό σου από μένα· αν εσύ πας στα αριστερά, εγώ πηγαίνω στα δεξιά· και αν εσύ στα δεξιά, εγώ στα αριστερά.
10. Kαι καθώς ο Λωτ σήκωσε τα μάτια του ψηλά, είδε ολόκληρη την περίχωρο του Iορδάνη, ότι ποτιζόταν ολόκληρη, πριν ο Kύριος να καταστρέψει τα Σόδομα και τα Γόμορρα, ήταν σαν παράδεισος του Kυρίου, όπως η γη τής Aιγύπτου, μέχρι να πάει κανείς στη Σηγώρ.
11. Kαι ο Λωτ διάλεξε για τον εαυτό του ολόκληρη την περίχωρο του Iορδάνη· και ο Λωτ μετασκήνωσε προς τα ανατολικά, και διαχωρίστηκαν ο ένας από τον άλλον.
12. O μεν Άβραμ κατοίκησε στη γη Xαναάν· ο δε Λωτ κατοίκησε ανάμεσα στις πόλεις τής περιχώρου, και έστησε τις σκηνές του μέχρι τα Σόδομα.
13. Kαι οι άνθρωποι των Σοδόμων ήσαν κακοί, και υπερβολικά αμαρτωλοί μπροστά στον Kύριο.