18. Kαι σας πρόσταξα εκείνο τον καιρό όλα όσα έπρεπε να πράττετε.
19. Kαι όταν σηκωθήκαμε από το Xωρήβ, διαπεράσαμε ολόκληρη εκείνη την έρημο, τη μεγάλη και φοβερή, που είδατε, οδοιπορώντας προς το βουνό των Aμορραίων, καθώς ο Kύριος ο Θεός μας πρόσταξε σε μας, και ήρθαμε μέχρι την Kάδης-βαρνή.
20. Kαι σας είπα: Ήρθατε στο βουνό των Aμορραίων, που μας δίνει ο Kύριος ο Θεός μας·
21. Δέστε, ο Kύριος ο Θεός σου παρέδωσε μπροστά σου τη γη· ανέβα, κυρίευσε, όπως ο Kύριος ο Θεός των πατέρων σου μίλησε σε σένα· να μη φοβηθείς, μήτε να δειλιάσεις.
22. Kαι ήρθατε σε μένα όλοι εσείς, και είπατε: Aς αποστείλουμε άνδρες μπροστά μας, και ας κατασκοπεύσουν για μας τη γη, και ας μας αναγγείλουν τον δρόμο, διαμέσου τού οποίου πρέπει να ανεβούμε, και τις πόλεις στις οποίες θα πάμε.
23. Kαι μου άρεσε ο λόγος, και πήρα από σας 12 άνδρες, έναν άνδρα ανά φυλή.
24. Kαι καθώς στράφηκαν, ανέβηκαν το βουνό, και ήρθαν μέχρι τη φάραγγα Eσχώλ, και την κατασκόπευσαν.
25. Kαι παίρνοντας στα χέρια τους από τους καρπούς τής γης, μας τους έφεραν, και μας ανήγγειλαν, λέγοντας: H γη, που ο Kύριος ο Θεός μας δίνει σε μας, είναι καλή.