Τωβιτ 1:5-17 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

5. Όλες οι φυλές που είχαν μαζί αποστατήσει, θυσίαζαν στο Βάαλ, στο άγαλμα μιας μικρής αγελάδας, ακόμα και η φυλή του Νεφθαλίμ, του προγόνου μου.

6. Πολλές φορές εγώ ήμουνα μόνος από τη φυλή μου που πήγαινα στις γιορτές στην Ιερουσαλήμ τους πρώτους καρπούς και το δέκατο από τα προϊόντα κι από το πρώτο μαλλί, όταν κουρεύαμε τα πρόβατα, όπως προστάζει ο νόμος τον κάθε Ισραηλίτη ως εντολή αιώνια.

7. Έδινα αυτές τις προσφορές στους ιερείς, τους απογόνους του Ααρών, για το θυσιαστήριο όπου προσφέρονταν όλοι οι καρποί. Το πρώτο δέκατο των καρπών το έδινα στους λευίτες, που υπηρετούσαν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Το δεύτερο δέκατο το πουλούσα και πήγαινα και ξόδευα τα χρήματα στο ναό της Ιερουσαλήμ κάθε χρόνο.

8. Το τρίτο δέκατο το έδινα σ’ εκείνους που το δικαιούνταν, όπως είχε διατάξει η γιαγιά μου η Δεββώρα, μητέρα του πατέρα μου, γιατί είχα μείνει ορφανός από πατέρα.

9. Όταν μεγάλωσα, πήρα γυναίκα την Άννα από τους απογόνους της φυλής μας, και απέκτησα μ’ αυτήν τον Τωβία.

10. Αργότερα οδηγήθηκα αιχμάλωτος στη Νινευή. Εκεί όλοι οι συγγενείς μου και όλοι όσοι ανήκαν στη φυλή μου τρέφονταν με τις ίδιες τροφές που τρέφονταν και οι ειδωλολάτρες.

11. Εγώ όμως συγκρατήθηκα και δεν έφαγα απ’ αυτές.

12. Επειδή ήμουν πιστός στο Θεό μ’ όλη μου την καρδιά,

13. ο Ύψιστος με αξίωσε να κερδίσω την εύνοια και την εκτίμηση του βασιλιά Ενεμεσσάρου, ο οποίος και με διόρισε προμηθευτή του.

14. Έτσι ταξίδευα συχνά στη Μηδία για προμήθειες και κάποτε που πήγα στους Ράγους της Μηδίας, άφησα στο Γαβαήλο, αδερφό του Γαβρία, δέκα τάλαντα ασήμι για λογαριασμό μου.

15. Όταν πέθανε ο Ενεμεσσάρος, τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του ο Σενναχηρίμ. Σύντομα όμως οι δρόμοι της Μηδίας έγιναν επικίνδυνοι κι έτσι δεν μπορούσα πια να πάω στη Μηδία.

16. Την εποχή όμως του Ενεμεσσάρου έκανα πολλές αγαθοεργίες προς τους συμπατριώτες μου Ισραηλίτες.

17. Μοιραζόμουν το φαγητό μου με τους πεινασμένους κι έδινα τα ρούχα μου στους φτωχούς· κι αν έβλεπα κανέναν από τους συμπατριώτες μου να έχει πεθάνει και να τον έχουν ρίξει έξω από τα τείχη της Νινευή, τον έθαβα.

Τωβιτ 1