6. Κάποτε παρουσιαζόταν σ’ αυτούς μια φωτιά που άναβε μόνη της αλλά κι αυτή τους προκαλούσε φόβο. Έτσι, τρομαγμένοι από τις δυσδιάκριτες μορφές, τα έβλεπαν όλα αυτά χειρότερα απ’ ό,τι ήταν.
7. Όλοι οι μάγοι και οι εξορκιστές ήταν ανίσχυροι μπροστά σ’ αυτή τη φωτιά και η υπερηφάνεια της σοφίας τους αποδείχτηκε γελοία·
8. γιατί αυτοί που υπόσχονταν ότι μπορούσαν ν’ απομακρύνουν τους φόβους και τις ταραχές από τους ασθενείς τους, ήταν αυτοί οι ίδιοι άρρωστοι από έναν γελοίο φόβο.
9. Κι αν ακόμα τίποτα δεν υπήρχε να τους τρομάξει, αυτοί τρόμαζαν από το πέρασμα των θηρίων ή το σφύριγμα των ερπετών· πέθαιναν από τον τρόμο τους, χωρίς να τολμούν ν’ αντικρύσουν τον αέρα γύρω τους.
10. Η κακία αυτοαποκαλύπτεται από τη δειλία και αυτοτιμωρείται· ο ένοχος έχει πάντοτε βαριά συνείδηση και φοβάται για το χειρότερο.
11. Ο φόβος δεν είναι τίποτε άλλο παρά αδυναμία να βοηθηθούμε από το λογικό.