Γ΄ Μακκαβαιων 6:13-25 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

13. Ας φοβηθούν σήμερα, δοξασμένε Θεέ, τα έθνη την ακατανίκητη δύναμη που έχεις να σώζεις το ισραηλιτικό έθνος.

14. Σε παρακαλεί με δάκρυα όλο το πλήθος των νηπίων και οι γονείς τους.

15. Ας αποδειχθεί σε όλα τα έθνη, Κύριε, ότι είσαι μαζί μας και δε μας εγκατέλειψες, αλλά εκπλήρωσες την υπόσχεσή σου, ότι δε θα μας ξεχνούσες ούτε όταν θα ήμασταν αιχμάλωτοι στη χώρα των εχθρών μας».

16. Μόλις τελείωσε ο Ελεάζαρος την προσευχή του, έμπαινε στον ιππόδρομο ο βασιλιάς μαζί με τα θηρία και τον υπερήφανο στρατό του.

17. Όταν το είδαν αυτό οι Ιουδαίοι, φώναξαν δυνατά στον ουρανό, έτσι που αντήχησαν ακόμα και οι γύρω κοιλάδες, και δημιουργήθηκε ακατάσχετος πανικός στον εχθρικό στρατό.

18. Τότε ο υπερένδοξος, ο παντοδύναμος και πιστός Θεός φανέρωσε το άγιο του πρόσωπο. Άνοιξε τις ουράνιες πύλες και κατέβηκαν δύο λαμπροί, φοβεροί στην όψη άγγελοι, οι οποίοι ήταν ορατοί απ’ όλους, εκτός από τους Ιουδαίους.

19. Αυτοί αντιστάθηκαν στον εχθρικό στρατό και τους έδεσαν όλους με γερά δεσμά. Έτσι οι εχθροί καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο.

20. Ακόμα και το βασιλιά τον κατέλαβε φρίκη και ξέχασε τη φοβερή του αυθάδεια.

21. Τα θηρία γύρισαν πίσω και στράφηκαν εναντίον του στρατού, που ακολουθούσε, κι άρχισαν να τον καταπατούν και να τον καταστρέφουν.

22. Έτσι η οργή του βασιλιά μεταβλήθηκε σε λύπη και δάκρυα για όσα είχε σχεδιάσει.

23. Όταν, λοιπόν, ο βασιλιάς άκουσε τις κραυγές των στρατιωτών του και τους είδε όλους πεσμένους κάτω ετοιμοθάνατους, δάκρυσε και απειλούσε με οργή τους φίλους του λέγοντας:

24. «Κυβερνάτε άσχημα! Ξεπεράσατε σε σκληρότητα τους τυράννους κι εμένα τον ίδιο, που είμαι ευεργέτης σας. Προσπαθείτε ακόμη να μου αφαιρέσετε την εξουσία και τη ζωή, καταστρώνοντας κρυφά σχέδια που δε συμφέρουν το βασίλειο.

25. Ποιος συγκέντρωσε εδώ όλους αυτούς τους Ιουδαίους, που κάποτε υπερασπίστηκαν με αφοσίωση τα οχυρά της χώρας μας και ποιος τους έσυρε χωρίς λόγο μακριά από τα σπίτια τους;

Γ΄ Μακκαβαιων 6