20. Τότε ο βασιλιάς έδειξε μεγαλύτερη σκληρότητα από τον Φάλαρι και είπε: «Αυτό οι Ιουδαίοι το χρωστούν στο σημερινό μου ύπνο. Ετοίμασε όμως χωρίς αναβολή κατά τον ίδιο τρόπο τους ελέφαντες, για να εξοντώσουν την επόμενη μέρα τους ανυπότακτους αυτούς Ιουδαίους».
21. Ο βασιλιάς έδωσε τις διαταγές του και όλοι όσοι ήταν παρόντες συμφώνησαν πρόθυμα με ενθουσιασμό και πήγε καθένας σπίτι του.
22. Τη νύχτα εκείνη αντί να κοιμηθούν, πήγαν και χλεύαζαν με διάφορους τρόπους τους έγκλειστους Ιουδαίους, που τους θεωρούσαν δυστυχείς.
23. Με το λάλημα του πετεινού το πρωί, ο Έρμωνας είχε ετοιμάσει τους ελέφαντες και τους οδηγούσε στον ιππόδρομο,
24. και τα πλήθη των κατοίκων της πόλης είχαν συγκεντρωθεί από το πρωί περιμένοντας με ανυπομονησία να δουν το φοβερό θέαμα.
25. Οι Ιουδαίοι όμως, μέχρι την τελευταία στιγμή κι ενώ ψυχομαχούσαν, προσεύχονταν στο μεγάλο Θεό με πολλά δάκρυα και πένθιμα άσματα με τα χέρια υψωμένα στο Θεό, να στείλει πάλι γρήγορα τη βοήθειά του.
26. Κι ενώ ακόμα δεν είχε ανατείλει ο ήλιος, κι ο βασιλιάς υποδεχόταν τους φίλους του, παρουσιάστηκε ο Έρμωνας και τον παρακαλούσε να βγει, υπενθυμίζοντας ότι η διαταγή του θα έπρεπε να εκτελεστεί αμέσως.
27. Ο βασιλιάς άρχισε να καταλαβαίνει αλλά απόρησε για την ασυνήθιστη κινητοποίηση, γιατί τα είχε ξεχάσει όλα· και ζητούσε να μάθει για τι πράγμα επρόκειτο, που είχε γίνει με τόση βιασύνη.
28. Αυτό όμως ήταν ενέργεια του κυρίαρχου Θεού, ο οποίος έκανε να ξεχάσει ό βασιλιάς τα όσα προηγουμένως ο ίδιος είχε σχεδιάσει εναντίον των Ιουδαίων.
29. Τότε ο Έρμωνας και οι φίλοι του βασιλιά τού ανέφεραν ότι τα θηρία και ο στρατός ήταν έτοιμα, σύμφωνα με τη ζωηρή του επιθυμία.
30. Αυτός όμως κυριεύτηκε από οργή γι’ αυτά που του είπαν, γιατί με τη φροντίδα του Θεού είχε αλλάξει η διάθεσή του. Κοίταξε απειλητικά τον Έρμωνα και του είπε:
31. «Αν εσύ είχες γονείς και παιδιά, αυτοί θα ’πρεπε τώρα να δοθούν πλούσια τροφή στα άγρια θηρία, αντί για τους αθώους αυτούς Ιουδαίους, που απέδειξαν ξεκάθαρα σ’ εμένα και στους προγόνους μου τη μεγάλη και σταθερή τους αφοσίωση.
32. Και πραγματικά, αν δεν σε συμπαθούσα, γιατί μεγαλώσαμε μαζί, κι αν δεν μου είχες προσφέρει τόσες υπηρεσίες, τώρα θα πέθαινες εσύ στη θέση αυτών των Ιουδαίων».
33. Έτσι ο Έρμωνας δοκίμασε ξαφνική και σοβαρότατη απειλή· θόλωσαν τα μάτια του και άλλαξε η όψη του.
34. Επίσης και όλοι οι φίλοι του βασιλιά έφευγαν στενοχωρημένοι ο ένας μετά τον άλλο και έδιωχναν τους υπόλοιπους συγκεντρωμένους να πάει καθένας στη δουλειά του.
35. Οι Ιουδαίοι, όταν άκουσαν πώς ενήργησε ο βασιλιάς, δόξαζαν τον Κύριο και Θεό, το βασιλιά των βασιλιάδων, που τους έστειλε και αυτή του τη βοήθεια.
36. Ο βασιλιάς, όμως, διοργάνωσε και πάλι με τον ίδιο τρόπο συμπόσιο και πρότρεπε τους συνδαιτυμόνες του να διασκεδάσουν.
37. Κάλεσε και τον Έρμωνα και του είπε απειλητικά: «Πόσες φορές πρέπει να σε διατάξω, πανάθλιε, γι’ αυτούς τους Ιουδαίους;
38. Τώρα ετοίμασε πάλι τους ελέφαντες για την αυριανή εξόντωση των Ιουδαίων».