Β΄ Σαμουηλ (Ή Βασιλειων Β΄) 13:1-6 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Στη συνέχεια συνέβησαν τα εξής: «Ο Αβεσσαλώμ, γιος του Δαβίδ, είχε μια ωραία αδερφή, που ονομαζόταν Ταμάρ. Αυτήν την αγάπησε ο ετεροθαλής αδερφός της ο Αμνών, άλλος γιος του Δαβίδ.

2. Ο Αμνών βασανιζόταν τόσο πολύ από τον έρωτά του, που αρρώστησε για την Ταμάρ, γιατί ήταν παρθένα και του ήταν πάρα πολύ δύσκολο να την πλησιάσει.

3. Αλλά ο Αμνών είχε έναν φίλο, τον Ιωναδάβ, γιο του Σαμμά, αδερφού του Δαβίδ. Ο Ιωναδάβ ήταν πολύ πανούργος άνθρωπος.

4. Ρώτησε, λοιπόν, τον Αμνών: «Γιατί κάθε μέρα είσαι τόσο στενοχωρημένος, γιε του βασιλιά; Δε θα μου πεις;» Ο Αμνών του απάντησε: «Αγαπώ την Ταμάρ, αδερφή του αδερφού μου Αβεσσαλώμ».

5. Ο Ιωναδάβ του είπε: «Πέσε στο κρεβάτι και κάνε τον άρρωστο· κι όταν έρθει ο πατέρας σου να σε δει, να του πεις: “θέλω να έρθει η αδερφή μου η Ταμάρ να μου φέρει φαγητό, να το ετοιμάσει μπροστά μου για να το δω και να φάω από τα χέρια της”».

6. Έπεσε, λοιπόν, ο Αμνών στο κρεβάτι κι έκανε τον άρρωστο. Όταν ήρθε ο βασιλιάς να τον δει, του είπε ο Αμνών: «Θέλω να έρθει, σε παρακαλώ, η αδερφή μου η Ταμάρ και να ετοιμάσει μπροστά μου δυο πίτες για να φάω από τα χέρια της».

32-33. Αλλά ο Ιωναδάβ, γιος του Σαμμά κι ανεψιός του Δαβίδ, του είπε: «Μη νομίζεις, κύριέ μου βασιλιά, ότι σκότωσαν όλους τους νέους, τους γιους σου. Μόνο ο Αμνών είναι νεκρός· το είχε αποφασίσει ο Αβεσσαλώμ από την ημέρα που ο Αμνών ατίμασε την αδερφή του την Ταμάρ. Μη βασανίζεσαι, λοιπόν, με τέτοιες σκέψεις».

37-38. Ο Αβεσσαλώμ είχε καταφύγει στο βασιλιά της Γεσούρ τον Ταλμαΐ, γιο του Αμμιούδ, κι έμεινε κοντά του τρία χρόνια. Ο βασιλιάς Δαβίδ όλο αυτό το διάστημα κρατούσε πένθος για το γιο του.

Β΄ Σαμουηλ (Ή Βασιλειων Β΄) 13