Β΄ Μακκαβαιων 9:9-25 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

9. Από το σώμα αυτού του ασεβή βγήκαν σκουλήκια· ενώ ακόμα ζούσε μέσα στα βάσανα και στους πόνους, οι σάρκες του έπεφταν από πάνω του, κι από τη βρώμα του σάπιου κρέατος όλος ο στρατός είχε αηδιάσει.

10. Αυτόν, που μόλις πριν από λίγο νόμιζε πως θα έπιανε τα άστρα του ουρανού, τώρα κανένας δεν μπορούσε να τον μεταφέρει από την αποκρουστική βρώμα του.

11. Ο Αντίοχος σ’ αυτή την άθλια κατάστασή του άρχισε να ταπεινώνεται. Χτυπημένος από το Θεό και με τους πόνους του διαρκώς ν’ αυξάνουν, άρχισε να καταλαβαίνει τα πράγματα.

12. Κι όταν πια δεν μπορούσε να υποφέρει την ίδια του τη βρώμα, είπε: «Το σωστό είναι να υποτάσσονται όλοι οι θνητοί στο Θεό και να μην έχουν την εντύπωση πως είναι ίσοι μ’ αυτόν».

13. Τότε ο βδελυρός αυτός άνθρωπος έκανε μια ευχή στον Κύριο, ο οποίος βέβαια δεν επρόκειτο να τον λυπηθεί, και υποσχέθηκε ότι

14. θα ανακήρυττε ελεύθερη την άγια πόλη, την Ιερουσαλήμ, την οποία έτρεχε για να την ισοπεδώσει και να τη μεταβάλει σε νεκροταφείο.

15. Τους Ιουδαίους, που δεν τους θεωρούσε άξιους ούτε για να ταφούν και θα τους έριχνε μαζί με τα παιδιά τους στα όρνεα και στα θηρία, σ’ όλους αυτούς θα τους έδινε τώρα τα ίδια προνόμια που είχαν οι Αθηναίοι.

16. Τον άγιο ναό, που προηγουμένως τον είχε ληστέψει, θα τον στόλιζε με τα πολύτιμα αφιερώματα και θα επέστρεφε όλα τα ιερά σκεύη, πολύ περισσότερα απ’ όσα είχε πάρει, και θα πρόσφερε από το ταμείο του τα αναγκαία έξοδα για τις θυσίες.

17. Ακόμη, αυτός ο ίδιος θα γινόταν Ιουδαίος και θα επισκεπτόταν κάθε κατοικημένη περιοχή, για να διακηρύξει τη δύναμη του Θεού.

18. Οι πόνοι του όμως δεν υποχωρούσαν, επειδή είχε έρθει πια εναντίον του η δίκαιη κρίση του Θεού. Έτσι, τελείως απελπισμένος, έγραψε στους Ιουδαίους την παρακάτω επιστολή σε μορφή παράκλησης, υπογεγραμμένη, στην οποία έλεγε τα εξής:

19. «Ο βασιλιάς και κυβερνήτης Αντίοχος,»Προς τους καλούς πολίτες Ιουδαίους,»Στέλνει πολλούς χαιρετισμούς και τους εύχεται υγεία και ευημερία.

20. »Ελπίζω να ευτυχείτε εσείς και τα παιδιά σας, και οι υποθέσεις σας να πάνε όπως επιθυμείτε. Έχω την ελπίδα μου στο Θεό του ουρανού

21. και θυμάμαι με μεγάλη μου χαρά την τιμή και την καλοσύνη που μου δείξατε. Όταν, λοιπόν, κατά την επιστροφή μου από τα μέρη της Περσίας αρρώστησα βαριά, άρχισα παρ’ όλα αυτά να φροντίζω για το κοινό καλό.

22. »Δεν απελπίζομαι, όμως, από την κατάστασή μου· τουναντίον, πολύ ελπίζω ότι θα γλιτώσω από την αρρώστια αυτή.

23. Σκέφτομαι όμως ότι κι ο πατέρας μου, όταν έκανε εκστρατεία στις επαρχίες ανατολικά του Τίγρη ποταμού, όρισε έναν διάδοχο,

24. ώστε αν συνέβαινε κάτι απρόοπτο ή αν διαδίδονταν κάποια δυσάρεστα νέα, οι κάτοικοι της χώρας να μην αναστατωθούν, αφού θα γνώριζαν σε ποιον θα ανατεθεί η διακυβέρνηση του κράτους.

25. Επιπλέον, επειδή γνωρίζω καλά πως οι γειτονικοί ηγεμόνες γύρω από το βασίλειό μου περιμένουν με ανυπομονησία κάτι να συμβεί, όρισα διάδοχο το γιο μου Αντίοχο. Τον έχω εμπιστευθεί πολλές φορές στη φροντίδα σας και τον έχω συστήσει στους περισσότερους από σας, όταν επισκεπτόμουν τις επαρχίες ανατολικά του Τίγρη. Κοινοποιώ μάλιστα και σ’ εκείνον αυτά που υπογράφω εδώ.

Β΄ Μακκαβαιων 9