Β΄ Μακκαβαιων 3:15-35 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

15. Οι ιερείς ντυμένοι τις ιερατικές στολές τους είχαν πέσει γονατιστοί μπροστά στο θυσιαστήριο και παρακαλούσαν τον Κύριο του ουρανού να διατηρήσει σώα τα αφιερώματα, γιατί αυτός είχε δώσει τους νόμους που προστάτευαν τα αφιερώματα που είχαν κατατεθεί στο ναό για ορισμένο σκοπό.

16. Πληγωνόταν η καρδιά όποιου έβλεπε το πρόσωπο του αρχιερέα. Η όψη του και το αλλαγμένο χρώμα του προσώπου του φανέρωναν την ψυχική του αγωνία.

17. Έτρεμε ολόκληρος από το φόβο του, κι όσοι τον έβλεπαν καταλάβαιναν τη θλίψη του.

18. Ο κόσμος ξεχύνονταν κατά κοπάδια στους δρόμους από τα σπίτια τους και ενώνονταν σε πάνδημη ικεσία να μη μιανθεί ο ναός.

19. Οι γυναίκες ζωσμένες πένθιμες ποδιές γέμιζαν τους δρόμους. Οι παρθένες, που δεν επιτρεπόταν να βγουν έξω, έτρεχαν άλλες στις πύλες και άλλες πάνω στα τείχη, ενώ άλλες έβγαιναν και κοιτούσαν από τα παράθυρα.

20. Όλες όμως είχαν σηκωμένα ψηλά τα χέρια και προσεύχονταν στο Θεό του ουρανού.

21. Ήταν θλιβερό το θέαμα της παλλαϊκής αυτής γονυκλισίας και του αρχιερέα, που ήταν γεμάτος φόβο και αγωνία.

22. Ενώ όλοι παρακαλούσαν τον παντοδύναμο Θεό να διαφυλάξει σώα και αβλαβή τα χρήματα που οι άνθρωποι τα είχαν εμπιστευθεί στην προστασία του,

23. ο Ηλιόδωρος άρχισε να εκτελεί τη διαταγή του βασιλιά.

24. Τη στιγμή όμως που αυτός και οι σωματοφύλακές του πλησίαζαν το θησαυροφυλάκιο, ο Κύριος των πνευμάτων, ο άρχοντας όλων των δυνάμεων φανερώθηκε με τέτοιον τρόπο, ώστε όλοι όσοι είχαν τολμήσει να μπουν μαζί με τον Ηλιόδωρο στο ναό πανικοβλήθηκαν και παρέλυσαν από το φόβο τους, βλέποντας τη δύναμη του Θεού:

25. Παρουσιάστηκε μπροστά τους ένας φοβερός καβαλάρης ντυμένος με χρυσή πανοπλία, πάνω σ’ ένα άλογο στολισμένο με ωραία σέλα. Το άλογο τρέχοντας με ορμή χτύπησε με τα μπροστινά του πόδια τον Ηλιόδωρο.

26. Μετά εμφανίστηκαν στον Ηλιόδωρο δυο άλλοι νέοι ασυνήθιστα δυνατοί και ωραίοι, με λαμπρές φορεσιές. Στάθηκαν πλάι του, ο ένας από τη μια μεριά κι ο άλλος από την άλλη, και τον χτυπούσαν συνεχώς με ένα μαστίγιο προκαλώντας του πολλές πληγές.

27. Ξαφνικά ο Ηλιόδωρος έπεσε αναίσθητος κάτω και τον άρπαξαν και τον έβαλαν σ’ ένα φορείο.

28. Έτσι, αυτός που πριν από λίγο είχε μπει στο θησαυροφυλάκιο με μεγάλη ακολουθία και με όλους τους σωματοφύλακές του, τώρα μεταφερόταν έξω ανίκανος να βοηθήσει τον εαυτό του. Και όλοι αναγνώρισαν ανεπιφύλακτα τη δύναμη του Θεού.

29. Ενώ ο Ηλιόδωρος κειτόταν καταγής άφωνος και χωρίς ελπίδα να θεραπευτεί,

30. οι Ιουδαίοι δοξολογούσαν τον Κύριο, που με θαυμαστό τρόπο προστάτεψε τον χώρο του. Κι ο ναός, όπου πριν από λίγο υπήρχε φόβος και ταραχή, τώρα με την εμφάνιση του παντοδύναμου Κυρίου γέμισε χαρά και αγαλλίαση.

31. Μερικοί από τους φίλους του Ηλιόδωρου παρακαλούσαν τον αρχιερέα Ονία να προσευχηθεί επειγόντως στον Ύψιστο να του χαρίσει τη ζωή, που ήταν πια στα τελευταία του.

32. Ο Ονίας φοβήθηκε μήπως κάποτε ο βασιλιάς νομίσει ότι οι Ιουδαίοι έκαναν κακό στον Ηλιόδωρο και γι’ αυτό πρόσφερε θυσία για τη σωτηρία του ανθρώπου.

33. Ενώ ο αρχιερέας πρόσφερε τη θυσία για τη συγχώρηση των αμαρτιών, ξαναφάνηκαν στον Ηλιόδωρο οι ίδιοι νέοι άντρες, ντυμένοι τα ίδια ρούχα, στάθηκαν και του είπαν: «Να χρωστάς ευγνωμοσύνη στον αρχιερέα Ονία, γιατί για χάρη του ο Κύριος σου χάρισε τη ζωή.

34. Και τώρα που έχεις μαστιγωθεί από τον Κύριο το Θεό του ουρανού, πήγαινε και διακήρυξε σε όλους τη μεγάλη του δύναμη». Αυτά είπαν κι εξαφανίστηκαν.

35. Τότε ο Ηλιόδωρος πρόσφερε θυσία και έκανε πολλά τάματα στο Θεό που του έσωσε τη ζωή. Αποχαιρέτησε τον Ονία και γύρισε με το στρατό του πίσω στο βασιλιά.

Β΄ Μακκαβαιων 3