21. Μερικοί όμως από τους πολιορκημένους δραπέτευσαν και μαζί με μερικούς άπιστους Ισραηλίτες, που προσχώρησαν σ’ αυτούς,
22. πήγαν στο βασιλιά Αντίοχο τον Ευπάτορα και του είπαν: «Τι περιμένεις και δεν αποφασίζεις να τιμωρήσεις τους εχθρούς μας και να τους εκδικηθείς για λογαριασμό των συμπατριωτών μας;
23. Εμείς είχαμε δεχτεί να υπηρετούμε τον πατέρα σου, να εκτελούμε τις διαταγές του και να υπακούμε στους νόμους του.
24. Γι’ αυτόν το λόγο οι συμπολίτες μας έγιναν εχθροί μας και πολιορκούν τώρα την ακρόπολη· και μάλιστα, όσους από μας ανακαλύπτουν, τους σκοτώνουν κι αρπάζουν τις περιουσίες τους.
25. Και δεν βιαιοπραγούν μόνο ενάντια σ’ εμάς, αλλά επιτεθήκαν και σ’ όλους τους λαούς με τους οποίους συνορεύουν.
26. Τώρα, λοιπόν, πολιορκούν την ακρόπολη της Ιερουσαλήμ για να την κυριέψουν· κι επίσης οχύρωσαν το ναό και τη Βαιθσούρα.
27. Αν δεν τους προλάβεις γρήγορα, θα κάνουν ακόμη χειρότερα και δε θα μπορείς πια να τους σταματήσεις».
28. Όταν τ’ άκουσε αυτά ο βασιλιάς οργίστηκε. Συγκέντρωσε όλους που ονομάζονταν «φίλοι του», τους αρχηγούς του στρατού του και του ιππικού.
29. Ακόμη συγκέντρωσε μισθοφορικό στρατό από άλλα βασίλεια κι από τα ελληνικά νησιά.
30. Έτσι, ο αριθμός του στρατού του έφτασε τους εκατό χιλιάδες πεζούς, είκοσι χιλιάδες ιππείς και τριάντα δύο ελέφαντες εκπαιδευμένους για πόλεμο.
31. Πέρασαν, λοιπόν, μέσα από την Ιδουμαία και στρατοπέδευσαν εναντίον της Βαιθσούρα. Κατασκεύασαν πολιορκητικές μηχανές και την πολιορκούσαν για πολύν καιρό. Οι άντρες όμως της Βαιθσούρα βγήκαν από την πόλη και τους έβαλαν φωτιά και τους πολέμησαν με γενναιότητα.